ανακατεύθυνση

ναυαγήσαμε στο σμήνος τρελών ανθρώπων

29.8.12

οι σύντομες ιστορίες των αριθμών

Μαζεύει δυόσμο,θυμάρι και ρίγανη και όλα φρέσκα.
φρεσκότατα.

''Μην μου φύγεις'',της λέει.
''Θα μου λείψουν τα πρωινά γουργουρητά σου.''
και αυτή κουνώντας την ουρά της -ή ίσως τον καλά κρυμμένο της κώλο-,
παραβίασε την εξώπορτα,ανέβηκε τα οκτώ σκαλιά που οδηγούν στην ταράτσα,έβγαλε την ζώνη της,τελετουργικά, - ο γείτονας από την τζαμαρία απέναντι γούρλωσε τα μάτια και χάιδεψε την φαλάκρα του- , καθώς αυτή με ένα σάλτο κρεμάστηκε από τον ηλιακό,εκείνο δίπλα στα φωτοβολταϊκά ή όπως λέγονται τέλος πάντων..
Ο άλλος -ο από κάτω- καθάριζε με ξύδι τα άλατα της καφετιέρας του, βλαστημώντας που για ακόμη μια φορά αυτή η Σκύλα -με Σ κεφαλαίο-,του τελείωσε τον γιακομπς φουντούκι και δεν του το είπε και αυτός τώρα θα πρέπει -αναγκαστικά,γιατί άλλον καφέ δεν πίνει- να μείνει κοιμισμένος ολόκληρη μέρα ή ίσως και για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο άγνωστος γείτονας φορούσε δερμάτινο λουρί στον λαιμό και με το σκληρό του πέος -από το παραπάνω γεγονός του ξεδιπλώματος της ζώνης στο φόντο των κεραιών - ,μάλλον καθάριζε πατάτες και καρότα.κόχλαζε ο ζωμός του αρνιού.σούπα θα έτρωγε και σήμερα και ας έξω ήταν 40 οι βαθμοί Κελσίου
''Το επόμενο τετραήμερο, τα άτομα που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες πρέπει να προσέξουν πολύ στις μετακινήσεις τους και ειδικά τις ώρες που θα είναι εκτός σπιτιού. Για εκείνους που θα μείνουν σπίτι οι γιατροί συνιστούν, να πίνουν πολύ νερό και να τρώνε ελαφριά. ''
Μας τα έπρηξαν και αυτοί,οι Μαλάκες -με Μ κεφαλαίο-.
Αυτός ήξερε.
Δυο άντρες,αποβράσματα,
μισογύνης ο ένας,ανέραστος ο άλλος.
και αυτή η Σκύλα του άφησε και τους δυο.
Δράματα.


θα αργήσει ο λόγος μου να κάψει το χαρτί,
η μελάνι να κυλήσει στο στήθος σου.

Φοράς άσπρο μπλουζάκι με κόκκινη στάμπα και ξερά φύλλα είναι μπλεγμένα στα μαλλιά σου.
Δεν στο λέω,με ερεθίζεις έτσι ακριβώς.
Εσύ πολυλογείς. ''Η ζωή είναι αλλού '',μου λες..
και εγώ φωτίζομαι,μετράω ως το τρία,σε σκουντάω,σε ξαπλώνω κάτω -είσαι τόσο αδύναμος,τρομαχτικά αδύναμος μωρό μου- , θέλω να σε γαμήσω ή να με γαμήσεις εσύ, ή τέλος πάντων να αλληλογαμηθούμε.
''Τρελάθηκες;!'',φωνάζεις.
''Διαβάζεις Κούντερα!'',σου λέω και τσιρίζω.
''Είναι τρελή'',μουρμουρίζεις,αλλά νομίζω πως δεν απευθύνεσαι στο πρόσωπό μου,γιατί εγώ είμαι πολύ ήσυχη και συνεσταλμένη κοπελίτσα και όλοι το γνωρίζουν αυτό.
Έπεσαν και τα φύλλα από τα μαλλιά σου και δεν δείχνεις όμορφος πια.άρπαξε η γη την γοητεία σου.σε σιχάθηκα και εγώ.
ήρθε ο καιρός να φύγω.

4.8.12

πομπή

Και θα γυρίσει και θα με δει να στέκομαι στο ημίφως,
με τα χέρια σταυρωμένα στα γόνατα
και μάτια στυλωμένα στην γκαζιέρα.
Απελευθερωμένη θα με δει,
αποδεσμευμένη από κάθε τι που τον θυμίζει.
Θα αισθανθεί ένοχος,
ολότελα κουρασμένος,
χυδαίος.
Και εγώ θα σβήσω τη φωτιά,
με μια αέρινη κίνηση,
θα ξαποστάσω σιμά του,
θα κουλουριάσω το μαυρισμένο σώμα μου.
Το κρανίο μου τώρα φαντάζει ξεχαρβαλωμένο,
σαν την κιθάρα στη ζωγραφιά που στέκει κρεμασμένη.
Χουφτώνει τις πατούσες μου,
θαρρείς και τις ζυγίζει.
Τα στόματα μας στεγνά,
τα χείλη μας πικρά.
Ίσως και οι δυο πρωτύτερα να καπνίζαμε,μονάχοι.
Άλλωστε ο καπνός δεν μας ένωσε ποτέ,
μονάχα η ανάσα μας,
μαρτυρούσε την άσχημη αυτή συνήθειά μας.
Μαβιά τα χρώματα του ουρανού,
κάτι πουλιά κράζουν πέρα
΄΄Κουράστηκα να φεύγεις΄΄,λέω
Η πόρτα κλείνει.
Ίσως δεν ακούστηκα στην όλη βουβαμάρα.
Και κοίταξα στο δρόμο,
κάτι να ιδώ.
Μα είχε σκοτάδι ,μουντό,
αποπνικτικό
και ήταν καιρός πια
που ΄χαν πάψει τα μάτια του να γυαλίζουν.

1.8.12

ο δρόμος είναι η χαρά της

Τι είναι αλήθεια αυτό το παραλήρημα,αυτή η τρέλα που με κυνηγάει σαν πουτάνα ;
'Έτρεξα,να διασχίσω θάλασσες,ήμερες
και ράγες που οδηγούσαν σε πέτρινα καταφύγια.
Σαν κυνηγημένη έτρεξα
να προφτάσω κρυφές επιθυμίες.
Γελάστηκα,
ξενυχτισμένη από ανθρώπινα φουγάρα,
μουδιασμένη ακόμα από τον έρωτα του,
πίστεψα σε ένα άυλο ταξίδι.
Σε βράχους,άδοξα τοποθετημένα στις ακτές,
μουρμούριζα στίχους
και η φωνή μου,σαν να χανόταν,
παραδινόταν στους αφρούς,στην αλμύρα.
Οι δυο ξεχασμένες από τα παλιά 
και εγώ
να μαζεύω καρπούς από Βυζαντινά μονοπάτια.
Οι ημέρες γλεντούσαν,
εγώ βράχνιαζα.

Τον θυμήθηκα λιγάκι,
τόσο δα
και δάκρυσα.
Ο αέρας ήταν..
Ψέμματα.
Ξεγελώ εύκολα εαυτό και αντίπαλο,
εκτός από ΄σένα.
Ναι 
ίσως γιατί,
κανείς άλλος ποτέ,
δεν θα μπορέσει να με κάνει όσο Γυναίκα με κάνεις εσύ.